ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΟ ΘΡΙΛΕΡ
Yπο κατάρρευση η αγορά ηλεκτρισμού στην Ελλάδα
To ενεργειακό θρίλερ των τελευταίων εβδομάδων, που απειλεί με κατάρρευση και γενικευμένες διακοπές ρεύματος αποκάλυψε το φιάσκο της απελευθέρωσης της αγοράς ηλεκτρισμού στην Ελλάδα.
Ιδιωτικές εταιρείες εμπορίας ηλεκτρικού ρεύματος κλείνουν ή μία μετά την άλλη, η ΔΕΠΑ ψάχνει έκτακτη χρηματοδότηση από το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων για να πληρώσει τους προμηθευτές της, αφού δεν την πληρώνουν οι πελάτες της και κυρίως οι ιδιωτικές εταιρείες ηλεκτροπαραγωγής που με τη σειρά τους δεν έχουν πληρωθεί από το Λειτουργό της Αγοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας ( ΛΑΓΗΕ) και η ΔΕΗ καταρρέει κάτω από το βάρος των απλήρωτων λογαριασμών, που στο τέλος του πρώτου τριμήνου είχαν σωρευτικά ξεπεράσει το 1 δισ. ευρώ.
Για τη «μαύρη τρύπα», των 400 και πλέον εκατομμυρίων ευρώ στην αγορά ενέργειας, δεν φταίει μόνον η κρίση. Μεγαλύτερες ίσως ευθύνες έχει το μοντέλο της απελευθέρωσης της αγοράς ηλεκτρισμού που εφήρμοσαν οι ελληνικές κυβερνήσεις, το οποίο με μαθηματική ακρίβεια θα οδηγούσε, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, στην κατάρρευση.
Η απελευθέρωση
Από τις αρχές της δεκαετίας του 2000, που εφαρμόστηκε η απελευθέρωση βάσει σχετικής οδηγίας της Ε.Ε., το ελληνικό μοντέλο στηρίχθηκε σε λάθος παραδοχές. Το πρώτο και το σημαντικότερο ήταν ότι στην «ελληνική περίπτωση» η απελευθέρωση οδηγούσε σε αύξηση των τιμών του ηλεκτρικού ρεύματος, αφού, κάτω από την πίεση της συνθήκης του Κιότο και των «καθαρών» καυσίμων, οι κυβερνήσεις αποφάσισαν να υποκαταστήσουν τον εγχώριο, φθηνό, λιγνίτη που χρησιμοποιεί η ΔΕΗ ως καύσιμο, με εισαγόμενο φυσικό αέριο, το οποίο υπόκειται στο ρίσκο των διεθνών τιμών του πετρελαίου. Όλες οι ιδιωτικές ηλεκτροπαραγωγικές μονάδες που δημιουργήθηκαν την τελευταία δεκαετία χρησιμοποιούν φυσικό αέριο και εκ των πραγμάτων έχουν υψηλότερο λειτουργικό κόστος από τη ΔΕΗ, που διαθέτει μείγμα καυσίμων με άφθονο λιγνίτη και νερό στους μεγάλους υδροηλεκτρικούς σταθμούς της.
Από τις αρχές της δεκαετίας του 2000, που εφαρμόστηκε η απελευθέρωση βάσει σχετικής οδηγίας της Ε.Ε., το ελληνικό μοντέλο στηρίχθηκε σε λάθος παραδοχές. Το πρώτο και το σημαντικότερο ήταν ότι στην «ελληνική περίπτωση» η απελευθέρωση οδηγούσε σε αύξηση των τιμών του ηλεκτρικού ρεύματος, αφού, κάτω από την πίεση της συνθήκης του Κιότο και των «καθαρών» καυσίμων, οι κυβερνήσεις αποφάσισαν να υποκαταστήσουν τον εγχώριο, φθηνό, λιγνίτη που χρησιμοποιεί η ΔΕΗ ως καύσιμο, με εισαγόμενο φυσικό αέριο, το οποίο υπόκειται στο ρίσκο των διεθνών τιμών του πετρελαίου. Όλες οι ιδιωτικές ηλεκτροπαραγωγικές μονάδες που δημιουργήθηκαν την τελευταία δεκαετία χρησιμοποιούν φυσικό αέριο και εκ των πραγμάτων έχουν υψηλότερο λειτουργικό κόστος από τη ΔΕΗ, που διαθέτει μείγμα καυσίμων με άφθονο λιγνίτη και νερό στους μεγάλους υδροηλεκτρικούς σταθμούς της.
Το αποτέλεσμα είναι καμία ιδιωτική εταιρεία να μην μπορεί να ανταγωνιστεί τη ΔΕΗ στο κόστος παραγωγής ηλεκτρισμού τελικές και εφόσον, οι κυβερνήσεις αρνούνταν να αυξήσουν τα τιμολόγια ρεύματος σε επίπεδα ικανά να καλύψουν και το κόστος των ιδιωτικών μονάδων φυσικού αερίου, η μόνη λύση ήταν να εφευρίσκονται διάφορα τεχνάσματα για να στηριχθεί η «απελευθερωμένη αγορά». Ανάμεσα σε αυτά και το εγγυημένο έσοδο στους ηλεκτροπαραγωγούς, ένα ποσό που πληρώνεται σε όλες τις μονάδες, ανεξαρτήτως αν αυτές παράγουν ενέργεια ή όχι. Πρόκειται για ένα σημαντικό τμήμα του χρέους που έχει σωρευτεί προς τους ιδιώτες παραγωγούς και το οποίο σήμερα καλείται να καλύψει ο ΛΑΓΗΕ , προκειμένου να μην καταρρεύσει η αγορά.
Μείγμα καυσίμων
Η κατάσταση θα μπορούσε να είχε εξομαλυνθεί αν οι κυβερνήσεις είχαν εξασφαλίσει για τις ιδιωτικές εταίρειες, τη δυνατότητα να χρησιμοποιούν μείγμα καυσίμων ανάλογο με αυτό της ΔΕΗ. Όμως, το άνοιγμα νέων λιγντικών μονάδων και μεγάλων υδροηλεκτρικών σταθμών από ιδιώτες είχε πρακτικά αποκλειστεί από τις προηγούμενες κυβερνήσεις, , με αποτέλεσμα, σήμερα, κάτω από την πίεση της Ε.Ε. και της τρόικας, να πρέπει η ΔΕΗ να πουλήσει λιγνιτικές και υδροηλεκτρικές μονάδες για να συμμορφωθεί με τους κανόνες της πραγματικής απελευθέρωσης. Και όλα αυτά σε συνθήκες συρρίκνωσης της αγοράς ηλεκτρισμού, αφού η ζήτηση ρεύματος, λόγω της οικονομικής κρίσης, μειώνεται συνεχώς.
Η κατάσταση θα μπορούσε να είχε εξομαλυνθεί αν οι κυβερνήσεις είχαν εξασφαλίσει για τις ιδιωτικές εταίρειες, τη δυνατότητα να χρησιμοποιούν μείγμα καυσίμων ανάλογο με αυτό της ΔΕΗ. Όμως, το άνοιγμα νέων λιγντικών μονάδων και μεγάλων υδροηλεκτρικών σταθμών από ιδιώτες είχε πρακτικά αποκλειστεί από τις προηγούμενες κυβερνήσεις, , με αποτέλεσμα, σήμερα, κάτω από την πίεση της Ε.Ε. και της τρόικας, να πρέπει η ΔΕΗ να πουλήσει λιγνιτικές και υδροηλεκτρικές μονάδες για να συμμορφωθεί με τους κανόνες της πραγματικής απελευθέρωσης. Και όλα αυτά σε συνθήκες συρρίκνωσης της αγοράς ηλεκτρισμού, αφού η ζήτηση ρεύματος, λόγω της οικονομικής κρίσης, μειώνεται συνεχώς.
Το προβληματικό τοπίο επέτεινε η αθρόα αύξηση των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας. Οι ΑΠΕ μπορεί να είναι «καθαρές» όσον αφορά τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακος, έχουν όμως το μειονέκτημα να είναι ασταθείς πηγές ηλεκτρισμού και να έχουν ακριβό κόστος παραγωγής ρεύματος. Γι 'αυτό αποζημιώνονται με εγγυημένες τιμές, πολλαπλάσιες όχι μόνον του κόστους των άλλων καυσίμων αλλά και σε αρκετές περιπτώσεις ακόμα και της λιανικής τιμής του ρεύματος..Έως τώρα, για προφανείς λόγους, δεν έχει αυξηθεί το τέλος υπέρ του λογαριασμού ΑΠΕ στο επίπεδο που πρέπει προκειμένου να εξισορροπήσει τη διαφορά τιμής ανάμεσα, όχι μόνον στη χονδρική αλλά και στη λιανική τιμή ηλεκτρισμού και το ύψος των εγγυημένων τιμών ΑΠΕ, με αποτέλεσμα ο ΛΑΓΗΕ να συσσωρεύει χρέη. Στο τέλος του 2011 το έλλειμμα του ΛΑΓΗΕ από τις ΑΠΕ έφθανε στα 200 εκατ. ευρώ και έκτοτε κάθε μήνα αυξάνεται με ρυθμούς της τάξης των 25-30 εκατ. ευρώ.
Στη δομικές ανισορροπίες της αγοράς ενέργειας προστέθηκε η οικονομική κρίση. Η δραστική μείωση της ρευστότητας της ΔΕΗ, η οποία στο παρελθόν τροφοδοτούσε το σύστημα ακόμα και αγοράζοντας ρεύμα στη χονδρική σε τιμές υψηλότερες απ' ότι πουλούσε στη λιανική αγορά, επέτεινε το πρόβλημα. Από τον Σεπτέμβριο η ΔΕΗ, αντί να πληρώνει, συμψηφίζει τις οφειλές της στον ΛΑΓΗΕ για την προμήθεια ρεύματος με τα έσοδα που έχει να εισπράττει ως παραγωγός, με αποτέλεσμα να περιοριστεί δραστικά η ρευστότητα του Λειτουργού.
Δάνεια
Κάτω από τις συνθήκες αυτές, οι εξελίξεις των τελευταίων εβδομάδων μοιάζουν με το χρονικό ενός προαναγγελθέντος θανάτου. Τα δάνεια, μπορεί να δώσουν προσωρινές ανάσες, αλλά δεν λύνουν το πρόβλημα. Η τρόικα πιέζει για αύξηση των τιμών λιανικής, στο επίπεδο που να καλύπτουν το κόστος στη χονδρική αγορά αλλά και για μείωση στις εγγυημένες τιμές των ΑΠΕ. Η νέα κυβέρνηση θα κληθεί να πάρει τις τελικές αποφάσεις.
Κάτω από τις συνθήκες αυτές, οι εξελίξεις των τελευταίων εβδομάδων μοιάζουν με το χρονικό ενός προαναγγελθέντος θανάτου. Τα δάνεια, μπορεί να δώσουν προσωρινές ανάσες, αλλά δεν λύνουν το πρόβλημα. Η τρόικα πιέζει για αύξηση των τιμών λιανικής, στο επίπεδο που να καλύπτουν το κόστος στη χονδρική αγορά αλλά και για μείωση στις εγγυημένες τιμές των ΑΠΕ. Η νέα κυβέρνηση θα κληθεί να πάρει τις τελικές αποφάσεις.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου