ΠΙΕΣΕΙΣ ΓΙΑ ΥΠΟΧΩΡΗΣΕΙΣ
«Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ξεκίνησε έρευνα για τη Γερμανία, επειδή είμαστε πολύ πετυχημένοι - πόσο τρελό ακούγεται» αναρωτιόταν προχθές η γερμανική εφημερίδα Bild. Μία ημέρα νωρίτερα ο πρόεδρος Μπαρόζο είχε ανακοινώσει επισήμως την εκκίνηση της έρευνας για χρόνιο υπερβολικό πλεόνασμα της Γερμανίας στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών. Αυτό παρουσιάστηκε λαϊκίστικα στη γερμανική κοινή γνώμη, ως παράλογη επίθεση κατά της χώρας, από τους αποτυχημένους που ζηλεύουν.
Ακριβώς μία εβδομάδα νωρίτερα τα γερμανικά ΜΜΕ «ανάβλυζαν» οργή για την απόφαση της ΕΚΤ να μειώσει το βασικό επιτόκιο του ευρώ. Ο επικεφαλής της γερμανικής κεντρικής τράπεζας, Γενς Βάιντμαν, αφού ηγήθηκε του στρατοπέδου των διαφωνούντων στη διοίκηση της ΕΚΤ, κατέληξε να προσπαθεί να πείσει τους Γερμανούς καταθέτες ότι σε καμία περίπτωση δεν είναι θύματα? ρατσισμού στη Φραγκφούρτη. Ότι δηλαδή δεν λαμβάνονται αποφάσεις για τα επιτόκια, που ωφελούν όλους εις βάρος των Γερμανών.
Πρόκειται για τις δύο όψεις του ίδιου νομίσματος. Το πλεόνασμα εξαγωγών στη Γερμανία δεν είναι τίποτε άλλο από πλεόνασμα της εγχώριας παραγωγής σε σχέση με την κατανάλωση. Η γερμανική οικονομία δεν παράγει επαρκή ζήτηση για να πωληθούν τα παραγόμενα προϊόντα και για τον λόγο αυτό αναγκάζεται να? εισάγει. Υπό άλλες συνθήκες αυτό μπορεί να συμβεί για πολλά χρόνια με ομαλό τρόπο. Στις συνθήκες της κρίσης, όμως, η ζήτηση είναι εξαιρετικά? δυσεύρετη παγκοσμίως, με αποτέλεσμα η Γερμανία να «κανιβαλίζει» ένα αγαθό πολύτιμο για όλους.
Πρόσφατη είναι η επίθεση που δέχθηκε το Βερολίνο, ακριβώς για αυτό τον λόγο, από το υπουργείο Οικονομικών των ΗΠΑ και το ΔΝΤ. Η Γερμανία κατηγορήθηκε ότι γεννά αποπληθωριστικές πιέσεις που επηρεάζουν την Ευρωζώνη αλλά και ολόκληρο τον κόσμο. Ειδικά στην Ευρωζώνη το πρόβλημα είναι πλέον προφανές, με τον πληθωρισμό να υποχωρεί στο 0,7% τον Οκτώβριο και τις οικονομίες του Νότου να βρίσκονται στο χείλος του αποπληθωρισμού.
Ακραία λιτότητα
Η Ελλάδα αποτελεί ακραία περίπτωση συρρίκνωσης του ΑΕΠ εξαιτίας των πολιτικών λιτότητας. Πρόσφατη έρευνα της ΕΚΤ υπολόγισε σε 18% την απώλεια ΑΕΠ αποκλειστικά και μόνοι εξαιτίας τους. Ύφεση εξαιτίας της λιτότητας βιώνουν, όμως, και στην Πορτογαλία, στην Ιταλία και μέχρι πρόσφατα στην Ισπανία. Σε συνθήκες ύφεσης, η «υφαρπαγή» της ζήτησης από τη Γερμανία μέσω των εξαγωγών είναι λογικό να οδηγεί στον αποπληθωρισμό.
Η Ελλάδα αποτελεί ακραία περίπτωση συρρίκνωσης του ΑΕΠ εξαιτίας των πολιτικών λιτότητας. Πρόσφατη έρευνα της ΕΚΤ υπολόγισε σε 18% την απώλεια ΑΕΠ αποκλειστικά και μόνοι εξαιτίας τους. Ύφεση εξαιτίας της λιτότητας βιώνουν, όμως, και στην Πορτογαλία, στην Ιταλία και μέχρι πρόσφατα στην Ισπανία. Σε συνθήκες ύφεσης, η «υφαρπαγή» της ζήτησης από τη Γερμανία μέσω των εξαγωγών είναι λογικό να οδηγεί στον αποπληθωρισμό.
Η εξασθένηση του ευρώ θα βοηθούσε τις οικονομίες της Ευρω-περιφέρειας, εκτρέποντας τις αποπληθωριστικές πιέσεις που γεννά η γερμανική οικονομία προς τον υπόλοιπο κόσμο. Το τελευταίο διάστημα, όμως, η ισοτιμία του ευρώ έχει σταθεροποιηθεί στα υψηλότερα επίπεδα της τελευταίας διετίας, δείχνοντας να έχει ανακτήσει την εμπιστοσύνη των επενδυτών. Στην πραγματικότητα οι επενδυτές αναζητούν οποιοδήποτε νόμισμα μεγάλης οικονομίας δεν τυπώνεται μαζικά. Με τις κεντρικές τράπεζες στις υπόλοιπες μεγάλες αναπτυγμένες οικονομίες (ΗΠΑ, Ιαπωνία, Βρετανία) να τυπώνουν χρήμα, η ΕΚΤ δεν αρκεί να μειώσει τα επιτόκια κοντά στο μηδέν για να εξασθενήσει το ευρώ. Πρέπει κι αυτή να τυπώσει χρήμα.
Το μέλος του Εκτελεστικού Συμβουλίου της ΕΚΤ, Πίτερ Πρατ, μιλώντας στη Wall Street Journal υποστήριξε ότι η κεντρική τράπεζα θα μπορούσε να αγοράσει περιουσιακά στοιχεία από τα χαρτοφυλάκια των τραπεζών, ώστε να μειωθεί το κόστος δανεισμού στον ιδιωτικό τομέα. Το θεσμικό πλαίσιο λειτουργίας της ΕΚΤ απαγορεύει την άμεση χρηματοδότηση κυβερνήσεων όχι όμως και «την άμεση παρέμβαση στις αγορές», όπως παρουσίασε στην πρότασή του ο κ. Πρατ.
ΕΚΤ
Αυτό θα αποτελούσε βέβαια ανάθεμα για τους Γερμανούς, που αντέδρασαν έντονα ακόμα και στην απόφαση για μείωση επιτοκίων. Αρκετοί αναλυτές υποστήριξαν ότι η «ανταρσία των 6» στην απόφαση της ΕΚΤ, δεν ήταν παρά η? προειδοποιητική βολή για τις σημαντικότερες αποφάσεις, που έρχονται.
Αυτό θα αποτελούσε βέβαια ανάθεμα για τους Γερμανούς, που αντέδρασαν έντονα ακόμα και στην απόφαση για μείωση επιτοκίων. Αρκετοί αναλυτές υποστήριξαν ότι η «ανταρσία των 6» στην απόφαση της ΕΚΤ, δεν ήταν παρά η? προειδοποιητική βολή για τις σημαντικότερες αποφάσεις, που έρχονται.
Το πρόγραμμα τόνωσης της χρηματοδότησης των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, κυρίως στην Ευρω-περιφέρεια, η ρευστότητα στη διατραπεζική αγορά και το ενδεχόμενο νέων πολυετών δανείων προς τις τράπεζες θα απασχολήσουν τη διοίκηση της κεντρικής τράπεζας το επόμενο διάστημα, ενώ ταυτόχρονα θα ενεργοποιούνται οι νέες εποπτικές αρμοδιότητες επί του τραπεζικού συστήματος.
Σε όλα αυτά τα μέτωπα οι Γερμανοί φέρνουν αντιρρήσεις και δημιουργούν εμπόδια. Κάθε φορά που «φτάνει ο κόμπος στο χτένι» το Βερολίνο υποχωρεί, αποσπώντας ανταλλάγματα. Συχνά μόλις βελτιωθεί η κατάσταση αναδιπλώνεται εκ νέου, υπαναχωρώντας από τις παραχωρήσεις που έκανε (όπως έπραξε, για παράδειγμα, με την απευθείας χρηματοδότηση των τραπεζών από τον ESM). Τα ίδια διπλωματικά ζικ-ζακ θα πρέπει να αναμένονται και για τη συνέχεια.
Εκκινώντας τη διαδικασία υπερβολικού πλεονάσματος για τις γερμανικές εξαγωγές, οι Βρυξέλλες δεν επιδιώκουν να τιμωρήσουν την επιτυχία για να ικανοποιήσουν τον φθόνο τους. Θέλουν απλά να αποκτήσουν λίγη περισσότερη διαπραγματευτική δύναμη στις σημαντικές διαπραγματεύσεις που έρχονται. Προσθέτουν ένα ακόμα ζήτημα στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, μεταφέροντας σε θεσμικό επίπεδο την πίεση που ήδη υπήρχε ατύπως: Να αυξήσει η Γερμανία την εσωτερική ζήτηση, ώστε να πάψει να έχει ανάγκη να την εισάγει.
Κάτι τέτοιο προϋποθέτει αύξηση της αγοραστικής δύναμης των Γερμανών, δηλαδή αύξηση των μισθών τους. Στη Γερμανία δεν πρόκειται βέβαια να το δεχθούν εύκολα. Ήδη οι «σοφοί» των 6 οικονομικών ινστιτούτων προειδοποιούν ότι ο νέος κυβερνητικός συνασπισμός δεν πρέπει να εγκαταλείψει την περιοριστική οικονομική πολιτική του προηγούμενου.
Ακόμα όμως και αν εισακουστούν και το Βερολίνο δεν χαλαρώσει την πολιτική του, στις Βρυξέλλες ευελπιστούν ότι οι πιέσεις τους δεν θα αποδειχθούν άχρηστες, καθώς θα έχουν αναδείξει τη γερμανική αδιαλλαξία σε ένα ακόμα ζήτημα. Αν το Βερολίνο δεν θέλει να υποχωρήσει σε αυτό, θεωρητικά θα πρέπει να το πράξει κάπου αλλού. Μέχρι τώρα, πάντως, τέτοιου είδους διπλωματικές τακτικές δεν έχουν αποτέλεσμα με τη γερμανική κυβέρνηση, που υποχωρεί μόνο όταν η αγορά αποφασίζει να επιβάλει την πυγμή της.
Του Χάρη Σαββίδη
hsav@pegasus.gr
hsav@pegasus.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου