Του Χάρη Φλουδόπουλου
Προ ημερών κυβερνητικά στελέχη στο περιθώριο των συναντήσεων με τους δανειστές παραδέχονταν ότι υπάρχει σοβαρή εμπλοκή στο κομμάτι της ενεργειακής διαπραγμάτευσης, καθώς έχουν προκύψει νέα δεδομένα. Τα νέα αυτά δεδομένα αφορούν στην περίφημη έρευνα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ανταγωνισμού, η οποία έχει βάλει στο μικροσκόπιο τη ΔΕΗ και τον ΑΔΜΗΕ για πιθανή κατάχρηση δεσπόζουσας θέσης και παράβαση της νομοθεσίας περί ανταγωνισμού.
Σε περίπτωση που οι αρχές της Κομισιόν στοιχειοθετήσουν παράβαση με τα δεδομένα που συγκέντρωσαν από την έφοδο που πραγματοποίησαν στα γραφεία των δύο εταιρειών, τότε η Κομισιόν νομιμοποιείται να λάβει μέτρα για την τάχιστη αποκατάσταση του ανταγωνισμού στην αγορά. Αυτά μπορούν να περιλαμβάνουν και τσουχτερό πρόστιμο σε περίπτωση μη συμμόρφωσης. Που φτάνει έως και 30% του κύκλου εργασιών ή αλλιώς 1,7 δισ. ευρώ για την περίπτωση της ΔΕΗ.

Τα μέχρι στιγμής δεδομένα μιλούν για έρευνα εξπρές από τους κομάντο της Κομισιόν, που θα μπορούσε να αποφέρει ένα προκαταρκτικό πόρισμα σε σύντομο χρονικό διάστημα, πιθανόν μέσα στο επόμενο δίμηνο.
Ο χρονισμός των ερευνών μόνο τυχαίος δεν μπορεί να θεωρηθεί. Τον Ιούνιο έχει συμφωνηθεί να γίνει μια πρώτη επισκόπηση της πορείας των δημοπρασιών ΝΟΜΕ, που βρίσκονται σε εξέλιξη και αποτελούν το βασικό εργαλείο για το άνοιγμα της αγοράς ηλεκτρισμού. Μάλιστα η κυβέρνηση έχει "ταμπουρωθεί" πίσω από το συγκεκριμένο εργαλείο και στις διαπραγματεύσεις, προκειμένου να αποκλείσει κάθε συζήτηση με τους δανειστές, περί εναλλακτικών μέτρων.
Με το νέο δεδομένο λοιπόν ότι έχουμε την έρευνα της DGCOMP αλλά και ότι οι δημοπρασίες ηλεκτρικής ενέργειας δεν έχουν φέρει το επιθυμητό αποτέλεσμα και η αγορά παραμένει στάσιμη με το μερίδιο της ΔΕΗ αντί να μειώνεται, να αυξάνεται, είναι σαφές ότι δύσκολα μπορεί η κυβέρνηση να αποφύγει όχι απλά τη συζήτηση αλλά και την ενεργοποίηση των περίφημων εναλλακτικών δομικών μέτρων, μια φράση που χρησιμοποιήθηκε στην προηγούμενη συμφωνία προκειμένου να καλύψει τη σκληρή πραγματικότητα, ότι δηλαδή εάν αποτύχουν οι δημοπρασίες οδηγούμαστε σε οδυνηρό τεμαχισμό και πώληση της ΔΕΗ.
Μάλιστα σε αντίθεση με το παλιότερο σχέδιο, που προέβλεπε πωλήσεις μονάδων λιγνίτη και υδροηλεκτρικών ίσων με το 30% του δυναμικού της εταιρείας, πλέον οι απαιτήσεις της Κομισιόν έχουν αυξηθεί και προωθείται η πώληση του 40% των μονάδων της εταιρείας.
Πολιτική διαχείριση
Εδώ βεβαίως δημιουργούνται δύο σοβαρά πολιτικά προβλήματα που καλείται να διαχειριστεί η κυβέρνηση. Το πρώτο αφορά αυτό καθαυτό στο γεγονός ότι μπαίνει πωλητήριο σε μονάδες, μεταξύ των οποίων και υδροηλεκτρικές. Θυμίζουμε ότι μιλώντας στη βουλή ο πρόεδρος της ΔΕΗ παραδέχθηκε ανοιχτά ότι ασκούνται πιέσεις από τους δανειστές, στις διαπραγματεύσεις, κάτι που μέχρι σήμερα είχε αρνηθεί πλήρως το αρμόδιο υπουργείο, λέγοντας ότι "οι συζητήσεις για πωλήσεις μονάδων έχουν φύγει από το τραπέζι". Η επιμονή του υπουργείου οφείλεται στις αντιδράσεις και τα μηνύματα που έχουν στείλει βουλευτές του κυβερνητικού συνασπισμού κυρίως από τη Δ. Μακεδονία, ότι δεν πρόκειται να ψηφίσουν συμφωνία που θα περιλαμβάνει πωλήσεις. Εδώ οι απειλές αυτές λαμβάνονται σοβαρά υπόψη. Να σημειωθεί ότι η Δ. Μακεδονία αποτελεί έναν από τους πιο ισχυρούς θύλακες των ΑΝΕΛ, πάνω στους οποίους στηρίχθηκε και η είσοδος του κόμματος στη βουλή.
Το δεύτερο σοβαρό πολιτικό πρόβλημα αφορά στη σύγκριση της συμφωνίας με την περίφημη μικρή ΔΕΗ. Εάν επαληθευτούν οι πληροφορίες ότι η συζήτηση πλέον γίνεται για το 40% των λιγνιτικών και υδροηλεκτρικών μονάδων, τότε είναι σαφές ότι το τίμημα που θα πληρώσει η ΔΕΗ για την περίφημη επαναδιαπραγμάτευση και ακύρωση του νόμου για τη μικρή ΔΕΗ θα είναι κάτι παραπάνω από βαρύ. Εάν κληθεί να παραχωρήσει το 40% των λιγνιτών και των νερών της ουσιαστικά η εταιρεία "τελειώνει", με αποκλειστική ευθύνη των κυβερνητικών χειρισμών.
Όχι ότι δηλαδή αυτή τη στιγμή τα πράγματα είναι καλύτερα για τη ΔΕΗ. Η χρονιά μπαίνει σύμφωνα με τους πιο συντηρητικούς υπολογισμούς με μείωση του κύκλου εργασιών της τάξης των 600-700 εκατ. ευρώ. Το βάρος των ανεξόφλητων ύψους 2,65 δισ. που κρύφτηκαν κάτω από το χαλί της κοινωνικής πολιτικής των διακανονισμών και της ανοχής στους μπαταχτσήδες, πιέζει δραματικά τη ρευστότητα και υποδαυλίζει τη δυνατότητα της ΔΕΗ να αντεπεξέλθει στις υποχρεώσεις της απέναντι σε προμηθευτές και δανειστές. Η αξία της εταιρείας στο χρηματιστήριο έχει χάσει πάνω από 70% τα τελευταία 2,5 χρόνια από τα 2,8 δισ. στα 640 εκατ.
Υπό το πρίσμα των εξελίξεων, όποιο σενάριο τελικά και εάν προκριθεί το βέβαιο είναι ότι η θέση της ΔΕΗ επιδεινώνεται διαρκώς και δύσκολα πλέον θα αποφύγει το οδυνηρό σενάριο του τεμαχισμού και της πώλησης μονάδων.
http://www.capital.gr